Αναζητηση:

Site news

ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΤΑ ΦΙΛΤΡΑ ΝΕΡΟΥ
Προσθέθηκε στις: 28/01/2016

Το ακόλουθο άρθρο περιγράφει τις διαθέσιμες μορφές επεξεργασίας – βελτίωσης του νερού, προκειμένου να καταστεί πόσιμο ή να χρησιμοποιηθεί για άλλες ανάγκες κοινής χρήσης.


1. Φίλτρα κατακράτησης σωματιδίων
Πρόκειται για φίλτρα που κατακρατούν τα αιωρούμενα σωματίδια του νερού  (π.χ. χώμα, υλικά από δεξαμενές, σκουριά, κ.α.). Διατίθενται στο εμπόριο σε μεγάλη ποικιλία και ανάλογα με:
α) την παροχή του νερού
β) το μέγεθος των σωματιδίων που κατακρατούν (διάμετρος πόρων)
Συνήθως χρησιμοποιείται συστοιχία από φίλτρα έτσι ώστε να αποφεύγεται το τακτικό μπλοκάρισμά τους.
Συνιστώνται για χρήση σε:
α) γεωτρήσεις με θολό νερό (αυξημένα αιωρούμενα σωματίδια) σε μόνιμη ή περιοδική βάση
β) περιοχές με απαρχαιωμένο δίκτυο ύδρευσης, όπου περιοδικά παρατηρούνται σκουριές και γενικά σωματίδια στο νερό
γ) περιοχές με αυξημένη οικοδομική δραστηριότητα, όπου οι διακοπές υδροδότησης και οι ζημιές στο δίκτυο είναι τακτικές.
Το κόστος των φίλτρων κατακράτησης σωματιδίων είναι χαμηλό, όμως απαιτείται συχνός έλεγχος της κατάστασής τους, καθαρισμός ή και αλλαγή. Όλες οι αλλαγές φίλτρων μπορούν να γίνουν από τον καταναλωτή.

2. Φίλτρα ενεργού άνθρακα
Πρόκειται για φίλτρα που αφαιρούν από το νερό:
α) το ελεύθερο χλώριο
β) τα παράγωγα χλωρίωσης του νερού
γ) φυτοφάρμακα
δ) οργανικές ουσίες που ευθύνονται για τη δυσάρεστη οσμή του νερού
ε) τοξικές οργανικές ουσίες, όπως διαλύτες, κ.α.
Η χρήση τους συνιστάται σε νερά που έχουν υποστεί χλωρίωση και ιδιαιτέρως σε περιοχές όπου η χλωρίωση δεν γίνεται σε συστηματική βάση με τη χρήση αυτόματου δοσομετρητή αλλά γίνεται χειρονακτικά, σε τυχαία βάση και ποσότητα από μη εκπαιδευμένο προσωπικό.
Διατίθενται σε διάφορα μεγέθη και διατάξεις από φορητό φίλτρο σε μορφή κανάτας έως πλήρες σύστημα με λυχνία UV εν σειρά.
Χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες, αυτά που διαθέτουν ενδεικτική λυχνία αντικατάστασης και στα απλά που δεν διαθέτουν ένδειξη ορθής λειτουργίας του φίλτρου. Οι δύο κατηγορίες διαφέρουν σημαντικά ως προς την τιμή, όμως η πληροφορία της κατάστασης του φίλτρου είναι σημαντική καθώς τα φίλτρα δεν έχουν διάρκεια ζωής αναλόγως του χρόνου χρήσης τους (π.χ. 6 μήνες) αλλά αναλόγως της ποσότητας του νερού που διέρχεται από αυτά (δηλαδή αλλαγή φίλτρου στα 6 κυβικά κατανάλωσης).
Στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν απαιτείται ειδικός συντηρητής για την αντικατάσταση των φίλτρων.

Ειδικές Οδηγίες Χρήσης:

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην περίπτωση όπου ένα φίλτρο ενεργού άνθρακα παραμείνει αχρησιμοποίητο για μεγάλο χρονικό διάστημα (π.χ. κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών). Αφαιρώντας από το νερό το ελεύθερο χλώριο, επιτρέπει στο νερό που παραμένει εγκλωβισμένο μέσα στο φίλτρο να αναπτύξει μικρόβια.
Σε αυτήν την περίπτωση επιβάλλεται ο καθαρισμός του φίλτρου με διαβίβαση τουλάχιστον δεκαπλάσιας ποσότητας νερού από τη συνολική χωρητικότητα του φίλτρου (π.χ. για ένα κοινό επιτραπέζιο φίλτρο όπου ο όγκος του νερού εντός του φίλτρου είναι περίπου 1 – 1,5 λίτρο, απαιτείται να διαβιβαστούν 10 λίτρα νερού πριν αυτό χρησιμοποιηθεί).

3. Συσκευές αποσιδήρωσης – απομαγγανίωσης του νερού
Ο σίδηρος και το μαγγάνιο είναι δύο μέταλλα που θεωρούνται τοξικά για την ανθρώπινη υγεία και για τα οποία υπάρχουν ανώτατα επιτρεπόμενα όρια για το πόσιμο νερό. Επιπλέον ο σίδηρος σε αυξημένες συγκεντρώσεις χρωματίζει το νερό κίτρινο ή και παρουσιάζει ίζημα σε αυτό, όταν παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα σε περιέκτες (π.χ. ψυγείο).
Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στην αλλαγή μορφής του σιδήρου (από δισθενής διαλυτός σε αδιάλυτος τρισθενής) και εκτός της επικινδυνότητας ως προς την κατανάλωση, παρουσιάζει προβλήματα χρωματισμού κεραμικών επιφανειών     (π.χ. μπάνια, νιπτήρες) και όταν χρησιμοποιηθεί το νερό σε πισίνες (φραγή φίλτρων ανακύκλωσης – καθαρισμού).
Αρκετές περιοχές της Δυτικής Ελλάδας (Ηλεία, Αιτωλοακαρνανία) παρουσιάζουν υψηλό μαγγάνιο, ενώ άλλες της Στερεάς Ελλάδας (Φθιώτιδα, Πήλιο) παρουσιάζουν υψηλό σίδηρο.
Η συνηθέστερη προέλευση των δύο τοξικών μετάλλων είναι φυσική και σχετίζεται με τα πετρώματα από τα οποία διέρχεται το νερό.
Το βασικό πλεονέκτημα των συσκευών αποσιδήρωσης – απομαγγανίωσης του νερού είναι η επιλεκτικότητά τους. Αφαιρούν δηλαδή μόνο τα δύο αυτά στοιχεία αφήνοντας ανεπηρέαστα συστατικά του νερού που είναι απαραίτητα για τον ανθρώπινο οργανισμό (π.χ. ασβέστιο, μαγνήσιο).
Το κόστος αρχικής εγκατάστασης είναι σχετικά υψηλό, ενώ το κόστος λειτουργίας κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Διατίθενται σε μεγάλη κλίμακα ανάλογα την κατανάλωση του νερού.
Σε αραιά χρονικά διαστήματα απαιτείται έλεγχος ορθής λειτουργίας και συντήρηση που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν από τον καταναλωτή (απαιτείται ειδικός συντηρητής του προμηθευτή).

4. Φίλτρα απιονισμού
Πρόκειται για φίλτρα που απομακρύνουν όλα τα άλατα από το νερό (τοξικά και επιθυμητά στον ανθρώπινο οργανισμό). Χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την παραγωγή νερού ειδικών χρήσεων (π.χ. ειδικές βιομηχανικές χρήσεις, νοσοκομεία, κλπ.), δεν αφορούν και δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για πόσιμο νερό. Η χρήση τους για την παραγωγή νερού για οικιακή ή άλλες κοινές χρήσεις είναι οικονομικά και πρακτικά ασύμφορη

5. Συσκευή αντίστροφης ώσμωσης
Η συγκεκριμένη συσκευή μπορεί να απομακρύνει από το νερό όλα τα άλατα και τους μικροοργανισμούς. Η απομάκρυνση αυτή επιτυγχάνεται με ειδικά φίλτρα – μεμβράνες με πολύ μικρή διάμετρο πόρων. Στο ευρύ κοινό είναι γνωστή και ως μονάδα αφαλάτωσης.
Χρησιμοποιείται στις ακόλουθες περιπτώσεις των νερών με:
α) αυξημένη περιεκτικότητα σε θαλασσινό νερό
    (παράκτιες, νησιωτικές περιοχές)
β) υψηλά νιτρικά ιόντα
    (περιοχές με εκτεταμένη γεωργία)
γ) αυξημένη συγκέντρωση τοξικών μετάλλων
    (π.χ. εξασθενές χρώμιο, αρσενικό, κ.α.).

Πρόκειται για την πλέον εξελιγμένη μορφή επεξεργασίας του νερού που διαθέτουμε μέχρι σήμερα και που έχει ευρεία εφαρμογή, με δύο όμως βασικά μειονεκτήματα:
α) Η απόδοση της αντίστροφης ώσμωσης εξαρτάται από το αρχικό νερό.
Δηλαδή, αν το αρχικό νερό έχει 5 % θάλασσα, η αντίστροφη ώσμωση παράγει 80 % καθαρό νερό και 20 % νερό με πολύ αυξημένο ποσοστό σε θάλασσα (απόβλητο).
Αν το αρχικό νερό έχει 50 % θάλασσα, τότε παράγεται 15 % καθαρό νερό και 85 % νερό – απόβλητο.
β) Αφαιρεί από το νερό όλα τα άλατα, συμπεριλαμβανομένων και των απαραίτητων στον ανθρώπινο οργανισμό (π.χ. ασβέστιο). Το πρόβλημα αυτό συνήθως λύνεται με ελεγχόμενη γραμμή παράλληλης ροής εκτός των μεμβρανών (by pass).

Το αρχικό κόστος εγκατάστασης και το κόστος λειτουργίας εξαρτώνται από την ποιότητα του αρχικού νερού και την αναμενόμενη κατανάλωση και είναι σαφώς υψηλότερο από όλες τις άλλες μορφές επεξεργασίας του νερού.
Λόγω της πολυπλοκότητας της συσκευής, απαιτείται έλεγχος ορθής λειτουργίας και συντήρηση σε τακτική βάση από εξειδικευμένο προσωπικό του προμηθευτή

6. Αποσκληρυντές

Η σκληρότητα του νερού οφείλεται αποκλειστικά στο ασβέστιο και το μαγνήσιο που εμπεριέχει. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι απαραίτητα για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Η Ευρωπαϊκή και η εγχώρια νομοθεσία δεν προβλέπει ανώτατο όριο για τα εν λόγω στοιχεία. Παραταύτα, σε υψηλές συγκεντρώσεις (νερά που χαρακτηρίζονται ως σκληρά) δημιουργούν προβλήματα επικαθίσεων αλάτων στις συσκευές θέρμανσης του νερού (π.χ. πλυντήριο, θερμοσίφωνας) και στα δίκτυα εξωτερικών κυρίως σωληνώσεων.
Η βελτίωση της ποιότητας σκληρών νερών μπορεί να γίνει με τους ακόλουθους δύο τρόπους:
6.1. Αποσκληρυντές τύπου ανταλλαγής ιόντων
Οι αποσκληρυντές αυτού του τύπου αφαιρούν από το νερό το ασβέστιο και το μαγνήσιο και το αντικαθιστούν με νάτριο.
Το βασικό πλεονέκτημά τους είναι ότι καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις αποσκλήρυνσης του νερού, ανεξαρτήτως του τρόπου χρήσης του.
Μειονεκτήματα:
α) Προσθέτοντας στο νερό νάτριο, ένα νερό που είναι πόσιμο μπορεί μετά την αποσκλήρυνσή του να είναι εκτός ορίων ποσίμου ως προς το νάτριο (Ανώτατο επιτρεπόμενο όριο: 200 mg Na/L). Ειδικά σε άτομα που για λόγους υγείας (π.χ. υψηλή πίεση) πρέπει να προσέχουν τη δίαιτά τους ως προς το νάτριο, η συγκεκριμένη επιλογή αποσκλήρυνσης του νερού είναι απαγορευτική ακόμη και στην περίπτωση που το παραγόμενο νερό είναι εντός ορίων ποσίμου αλλά με υψηλά επίπεδα νατρίου.
Γενικώς, δεν συνιστάται ως μέθοδος αποσκλήρυνσης του νερού, αν αυτό πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως πόσιμο.
β) Το σκληρό νερό μπορεί να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα σε αυτόματα ποτιστικά συστήματα (βούλωμα των σημείων ψεκασμού – μπεκ, πουρί σε επίγειες σωληνώσεις, κ.α.) αλλά η αντικατάσταση του ασβεστίου και του μαγνησίου με νάτριο μπορεί να δημιουργήσει ακόμη σοβαρότερα προβλήματα σε καλλιέργειες και κυρίως στις ευπαθείς στο αλάτι πολυετείς.
Γενικώς, δεν συνιστάται ως μέθοδος αποσκλήρυνσης, όταν το νερό πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως ποτιστικό.
γ) Απαιτείται η συχνή προσθήκη χλωριούχου νατρίου (χοντρού αλατιού) από τον χρήστη.
Συνοψίζοντας, οι αποσκληρυντές τύπου ανταλλαγής ιόντων συνιστώνται για βιομηχανική χρήση, για πισίνες και μόνον για την παροχή ζεστού νερού σε οικίες.
6.2. Συσκευές αποτροπής εναπόθεσης αλάτων ηλεκτρομαγνητικού πεδίου
Οι συσκευές αυτές εφαρμόζουν ένα ισχυρό ηλεκτρομαγνητικό πεδίο στο νερό που διέρχεται από τον σωλήνα, με αποτέλεσμα να εμποδίζουν στο ασβέστιο και το μαγνήσιο να δημιουργήσουν ιζήματα και επικαθίσεις.
Τα βασικά πλεονεκτήματά τους είναι ότι:
α) Δεν επηρεάζουν τη χημική σύσταση του νερού (π.χ. ένα σκληρό νερό παραμένει σκληρό χωρίς να αφήνει άλατα στο θερμοσίφωνα).
β)  Έχουν χαμηλό κόστος αρχικής εγκατάστασης.
γ) Έχουν χαμηλό κόστος λειτουργίας (απαιτείται μόνο παροχή ηλεκτρικού ρεύματος – μικρή κατανάλωση) και συντήρησης.
Το βασικό τους μειονέκτημα προέρχεται από την αρχή λειτουργίας τους. Το νερό πρέπει να διέρχεται από τον σωλήνα πάνω στον οποίο έχουν τοποθετηθεί (π.χ. κεντρική παροχή σπιτιού) σε μόνιμη βάση. Επομένως δεν συνιστάται η χρήση τους σε οικίες που κατοικούνται σπάνια ή σε περιοδική βάση (π.χ. εξοχικές κατοικίες).
Προσοχή: Όπως σε όλες τις συσκευές, ο χρήστης – αγοραστής πρέπει να γνωρίζει την ως έγγιστα κατανάλωση. Οι συσκευές ηλεκτρομαγνητικού πεδίου συνδέονται μόνιμα με παροχή ηλεκτρικού ρεύματος. Στο εμπόριο κυκλοφορούν και μόνιμοι μαγνήτες με ιδιαίτερα χαμηλό κόστος, αμφιβόλου όμως αποτελεσματικότητας και διάρκειας ζωής.

7. Συσκευές μικροβιολογικής εξυγίανσης του νερού
Οι ακόλουθες συσκευές χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της ποιότητας του νερού όταν αυτό εμπεριέχει αυξημένο μικροβιολογικό φορτίο και παθογόνους μικροοργανισμούς.
7.1. Συσκευές χλωρίωσης
Με την προσθήκη υποχλωριώδους νατρίου ή ασβεστίου δημιουργείται στο νερό ελεύθερο χλώριο (Cl2), μια ιδιαιτέρως δραστική ουσία που καταστρέφει όλους τους μικροοργανισμούς που εμπεριέχονται στο νερό.
Διατίθενται σε δύο διατάξεις: α) με δοσομετρητή και δεξαμενή ή  β) με παράλληλη σύνδεση και χρήση ταμπλετών.
Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου χλωρίωσης είναι η αποτελεσματικότητα της, η χρήση της σε όλες τις περιπτώσεις μολυσμένων νερών (χρησιμοποιείται ακόμη και στα απόβλητα) και το σχετικώς χαμηλό κόστος αρχικής εγκατάστασης και λειτουργίας.
Τα βασικά μειονεκτήματά της είναι τα ακόλουθα:
α) Το ελεύθερο χλώριο, που είναι τοξικό για τους μικροοργανισμούς, είναι επίσης τοξικό και καρκινογόνο για τον άνθρωπο. Είναι απαραίτητη η εγκατάσταση μονάδας στην οποία θα ελέγχεται αυτόματα το επίπεδο του ελεύθερου χλωρίου, καθώς πρέπει να αποφεύγεται η υπερδοσολογία.
Πολλοί ιδιοκτήτες οικιών και δυστυχώς και αρκετοί περιφερειακοί δήμοι πραγματοποιούν τη χλωρίωση με το χέρι, σε τυχαία βάση και χωρίς έλεγχο της ποσότητας του ελεύθερου χλωρίου στο νερό. Αυτή η επιλογή είναι μια "βραδυφλεγής βόμβα" για την υγεία των καταναλωτών.
β) Το ελεύθερο χλώριο, που όπως προαναφέρθηκε είναι μια ιδιαίτερα δραστική ουσία, αντιδρά με διάφορες οργανικές ουσίες που εμπεριέχονται στο νερό δημιουργώντας τα παράγωγα της χλωρίωσης (τριαλογονομεθάνια, κ.α.).
Τα παράγωγα της χλωρίωσης είναι τοξικότερες ουσίες από το ίδιο το ελεύθερο χλώριο και για αυτά προβλέπονται ανώτατα επιτρεπόμενα όρια (Σχετική Οδηγία ΚΥΑ Υ2/2600/2001).
Η τοξικότητα των παραγώγων της χλωρίωσης ως προς τον άνθρωπο, καθιστά τη χρήση της ελεγχόμενης χλωρίωσης του νερού απαραίτητη σε κάθε περίπτωση.
γ)  Η χλωρίωση του νερού προσδίδει ιδιαίτερη γεύση σε αυτό που ενοχλεί μέρος των καταναλωτών (π.χ. σημαντικός αριθμός καταναλωτών που ζουν εκτός Αθήνας και έχουν συνηθίσει να πίνουν μη χλωριωμένο νερό, παραπονούνται για τη γεύση του νερού της Αθήνας).
7.2. Συστήματα οζόνωσης
Τα συγκεκριμένα συστήματα παράγουν όζον (Ο3), το οποίο είναι μια ιδιαίτερα δραστική ουσία που καταστρέφει όλους τους μικροοργανισμούς που εμπεριέχονται στο νερό. Διασπάται εύκολα προς οξυγόνο και δεν επηρεάζει σημαντικά τη γεύση του νερού (όπως η χλωρίωση).
Τα βασικά μειονεκτήματα των συστημάτων οζόνωσης είναι το υψηλό κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας τους και η μερική μετατροπή των ιόντων βρωμίου (Br-), αν αυτά υπάρχουν στο νερό, στα ιδιαιτέρως τοξικά βρωμικά ιόντα (BrO3-).
Λόγω του αυξημένου κόστους επένδυσης αλλά και της ιδιότητας που διαθέτουν να μην αλλοιώνουν τη γεύση του νερού, τα συστήματα οζόνωσης χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον σε μονάδες εμφιαλώσεως νερών.
7.3. Συσκευές ηλεκτρόλυσης
Οι συσκευές αυτές επιτυγχάνουν την μικροβιολογική εξυγίανση, ηλεκτρολύοντας το νερό και δημιουργώντας τοπικά συνθήκες στις οποίες δεν μπορούν να επιβιώσουν μικροοργανισμοί.
Το κόστος εγκατάστασής τους είναι υψηλό αλλά το κόστος λειτουργίας τους είναι χαμηλό. Δεν απαιτείται προσθήκη χημικών και δεν αλλοιώνουν τη γεύση του νερού.
7.4. Λυχνίες υπεριώδους φωτός (UV)
Η υπεριώδης ακτινοβολία έχει την ικανότητα να σκοτώνει τους μικροοργανισμούς. Οι λυχνίες UV διατίθενται σε μεγάλη κλίμακα, από απλές που εφαρμόζονται σε κοινή βρύση κουζίνας μέχρι ειδικές κατασκευές βιομηχανικής κλίμακας.
Οι κοινές λυχνίες UV χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες: σε αυτές που έχουν ένδειξη λειτουργίας (ακριβότερες) και σε αυτές που δεν διαθέτουν.  
Τα πλεονεκτήματα του συγκεκριμένου τρόπου μικροβιολογικής εξυγίανσης είναι τα ακόλουθα:
α) Χαμηλό κόστος
β) Εύκολη εγκατάσταση
γ) Δεν επηρεάζουν τη χημική σύσταση του νερού και δεν δημιουργούν τοξικά παράγωγα.
Το βασικό μειονέκτημα των λυχνιών UV είναι ότι δεν είναι κατάλληλες για όλες τις περιπτώσεις μικροβιολογικής επιμόλυνσης του νερού, καθώς πρόκειται για μια πιο ήπιας μορφής μικροβιολογική εξυγίανση από τις προαναφερόμενες.
Συγκεκριμένα, δεν συνιστάται η χρήση τους στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Νερά με αυξημένη μικροβιολογική επιβάρυνση που σχετίζεται με λύματα (π.χ. παρουσία κολοβακτηριοειδών εντέρου)
β) Νερά που εμπεριέχουν γαιώδη υλικά (χώμα) και που συνήθως έχουν αυξημένο αριθμό συνολικών μικροβίων (ΟΜΧ) και ψευδομονάδων (pseudomonas aer.).

ΠΩΣ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΩ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΥΣΚΕΥΗ;
Το εργαστήριό μας που εκτός της πολύχρονης εμπειρίας του σε δείγματα νερών έχει διαπιστευτεί σύμφωνα με το πρότυπο ISO 17025:2005, προτείνει την ακόλουθη διαδικασία:
• Πραγματοποιείται χημική και μικροβιολογική ανάλυση του νερού (ΔΕΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΔΕΔΕΙΓΜΕΝΟ ΤΡΟΠΟ ΛΗΨΗΣ ΤΟΥ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ).
• Μαζί με τα αποτελέσματα, σας αποστέλλουμε και τις προτεινόμενες διαδικασίες βελτίωσης της ποιότητας του νερού, αναλόγως της χρήσης του (π.χ. πόσιμο, προσωπική καθαριότητα, ποτιστικό, κ.α.).
Οι προτάσεις αυτές βασίζονται στα αποτελέσματα που θα προκύψουν από το προσκομισθέν δείγμα και στην εμπειρία που διαθέτουμε σε θέματα επεξεργασίας του νερού. Οι προτάσεις αυτές είναι αντικειμενικές, αμερόληπτες και με γνώμονα την οικονομικότερη δυνατή λύση. Το εργαστήριό μας δεν έχει κέρδος από πωλήσεις συσκευών επεξεργασίας νερού.
• Προτού προβείτε στην όποια εγκατάσταση συσκευών επεξεργασίας του νερού, εκτός της χημικής και μικροβιολογικής ποιότητας του νερού, πρέπει να γνωρίζετε ως έγγιστα τις αναμενόμενες καταναλώσεις.
• Επιλέξτε προμηθευτή με γνώμονα το κόστος αρχικής εγκατάστασης, το εκτιμώμενο κόστος λειτουργίας και την αμεσότητα επισκευών σε περίπτωση βλάβης (service).
• Σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. εξοχικές κατοικίες) υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές λύσεις εκτός της επεξεργασίας του νερού, όπως η εγκατάσταση δεξαμενής και η αγορά νερού από βυτίο. Και αυτές πρέπει να συνεκτιμηθούν προκειμένου να βρεθεί η καταλληλότερη και οικονομικότερη λύση.

 

Χημική Ανάλυση Πόσιμου  (Βασικό Πακέτο)

Γενικές Οδηγίες

·         Αγοράστε μια φιάλη εμφιαλωμένου νερού του 1,5 L.

·         Αδειάστε το περιεχόμενο.

·         Αφήστε το νερό να τρέξει για 5 λεπτά.

·         Ξεπλύνετε τη φιάλη τρεις φορές με το νερό προς ανάλυση.

·         Γεμίστε τη φιάλη μέχρις υπερχείλισης, αφήνοντας το μικρότερο δυνατό όγκο αέρα.

·         Σφραγίστε καλά τη φιάλη.

·         Μεταφέρετε το δείγμα εντός 24ώρου στο εργαστήριο με τη χρήση φορητού ψυγείου με παγοκύστες. Το δείγμα μπορεί επίσης να φυλαχθεί (max. 24 ώρες) στη συντήρηση κοινού οικιακού ψυγείου (ΠΡΟΣΟΧΗ: ΟΧΙ ΚΑΤΑΨΥΞΗ).

Ειδικές Οδηγίες

·         Αν το νερό προέρχεται από νέα γεώτρηση, αφήστε τη γεώτρηση να δουλέψει περιοδικά για τουλάχιστον τρεις ημέρες. Τα έλαια λίπανσης (σαπουνέλαια) του γεωτρύπανου παρουσιάζουν σημαντικές παρεμβολές σε μεγάλο αριθμό παραμέτρων.

·         Ιδανικό σημείο δειγματοληψίας είναι το σημείο πόσης του νερού. Αν δηλαδή υπάρχει η διάταξη γεώτρηση – δεξαμενή – βρύση, το δείγμα συλλέγεται από τη βρύση έτσι ώστε να προκύψουν στοιχεία για την κατάσταση του δικτύου σωληνώσεων.

·         Αν το δίκτυο ύδρευσης είναι καινούργιο, πριν συλλέξετε το δείγμα αφήστε τις βρύσες να δουλέψουν περιοδικά για τουλάχιστον τρεις ημέρες. Τα νέα δίκτυα ύδρευσης παρουσιάζουν πολύ αυξημένες τιμές στα μέταλλα που σχετίζονται με τις σωληνώσεις και που μειώνονται σταδιακά με τη χρήση.

·         Αν η βρύση που επιλέχθηκε ως σημείο δειγματοληψίας διαθέτει σήτα, αφαιρέστε την πριν την ανοίξετε και αφήσετε το νερό να τρέξει.

 

 

Μικροβιολογική Ανάλυση Πόσιμου (Βασικό Πακέτο)

Γενικές Οδηγίες

·         Αγοράστε από φαρμακείο έναν ουροσυλλέκτη 24ώρου (2-2,5 L).

·         Αφήστε το νερό να τρέξει για 5 λεπτά.

·         Γεμίστε τον ουροσυλλέκτη προσέχοντας ιδιαίτερα τα ακόλουθα:
ΝΑ ΜΗΝ ΑΚΟΥΜΠΗΣΕΤΕ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΑΣ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΠΩΜΑΤΟΣ.
ΝΑ ΜΗΝ ΑΚΟΥΜΠΗΣΕΙ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΠΩΜΑΤΟΣ ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ (π.χ. ΤΡΑΠΕΖΙ ΚΟΥΖΙΝΑΣ, ΝΕΡΟΧΥΤΗΣ).
ΝΑ ΜΗΝ ΑΚΟΥΜΠΗΣΕΙ ΤΟ ΧΕΙΛΟΣ ΤΩΝ ΤΟΙΧΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΟΥΡΟΣΥΛΛΕΚΤΗ ΣΤΗ ΒΡΥΣΗ (ΤΟ ΔΕΙΓΜΑ ΠΑΙΡΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ).

·         Σφραγίστε καλά το πώμα.

·         Μεταφέρετε το δείγμα εντός 24ώρου στο εργαστήριο με τη χρήση φορητού ψυγείου με παγοκύστες. Το δείγμα μπορεί επίσης να φυλαχθεί (max. 24 ώρες) στη συντήρηση κοινού οικιακού ψυγείου (ΠΡΟΣΟΧΗ: ΟΧΙ ΚΑΤΑΨΥΞΗ).

Ειδικές Οδηγίες
Μη συλλέγετε δείγματα για μικροβιολογική εξέταση από σημεία πόσης που δεν χρησιμοποιούνται τακτικά ή σχεδόν ποτέ.
Αν η βρύση που επιλέχθηκε ως σημείο δειγματοληψίας διαθέτει σήτα, αφαιρέστε την πριν την ανοίξετε και αφήσετε το νερό να τρέξει.
Αν υπάρχουν υποψίες επιμόλυνσης του νερού από το σημείο δειγματοληψίας, χρησιμοποιείστε καθαρό (λευκό) οινόπνευμα, ξεπλύνετε την περιοχή του σημείου αφήνοντας πέντε λεπτά να εξατμιστεί το οινόπνευμα και συλλέξτε το δείγμα.

Πρόταση από επιλεγμένο συνεργάτη μας : Χημικά Εργαστήρια Κ. Ανδρέου



Loading...